- βασιλεύτωρ
- βασιλεύτωρmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βασιλεύτορες — βασιλεύτωρ masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)